~ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ~

2023-11-03

Πρώτο μέρος:

Στα βάθη ενός πυκνού δάσους, κατοικούσε μια Νεράιδα που την ονόμαζαν Σμιρύλη, πήγαινε στις αρχές του φθινοπώρου και συνομιλούσε με ένα τεράστιο γέρικο δέντρο. Εκεί έλεγαν οι θρύλοι από τα παλιά χρόνια, πως τα πνεύματα των δέντρων όταν ο άνεμος φυσούσε δυνατά, ψιθύριζαν πολλά μυστικά για τη ζωή και τους ανθρώπους. Τα δέντρα ήξεραν πολλά και όταν έπεφταν τα φύλλα τους στην εποχή του φθινοπώρου, μαρτυρούσαν αυτά που γνώριζαν μέσα στους ψιθύρους, που όποιος ήταν κοντά τους με καθαρή καρδιά και καλοσύνη, άκουγε αυτά που έλεγαν. Η Σμιρύλη λοιπόν μάθαινε πολλά όταν καθόταν στη ρίζα του Μεγάλου αυτού δέντρου και απορροφούσε κυριολεκτικά αυτά που μάθαινε με Ευγνωμοσύνη. Απόψε συγκράτησε μέσα στην καρδιά της αυτό που της μετέφερε το δέντρο ψιθυρίζοντας:

Όταν σου ζητούν οι άνθρωποι να τους βοηθήσεις μην στεναχωριέσαι όταν δεν μπορείς...Να θυμάσαι πως κανείς ουσιαστικά δεν μπορεί, οι άνθρωποι βοηθούν τον εαυτό τους μόνο όταν η ψυχή τους το θέλει αληθινά. Οι σκιές του δέντρου έπεφταν πάνω στο χώμα εκείνη την στιγμή και οι ψίθυροι συνέχιζαν να μιλούν.   Η Σμιρύλη ανατρίχιασε από το παράξενο μήνυμα. Έμοιαζε να έρχεται από πολύ μακριά...Το δέντρο συνέχιζε να της μιλά. Σε κάθε συνάντηση θα σου μιλώ για πράγματα που δεν έχεις καταλάβει καλά. Όμως θυμήσου πως ότι δεν καταλαβαίνεις υπάρχει ξεχασμένο μέσα σου, απλά σου το θυμίζω. Η ώρα όμως πέρασε, θα τα ξαναπούμε...Το ξημέρωμα πλησίαζε και η Σμιρύλη σηκώθηκε να φύγει, όταν θα έβγαινε ο Ήλιος δεν έπρεπε να ήταν εκεί, η συμφωνία αυτή υπήρχε πάντα και την τηρούσε πιστά. Κοίταξε με Ευγνωμοσύνη πάλι το δέντρο και ευχαρίστησε για ότι " θυμήθηκε" όπως της είπε απόψε και βέβαια το διήγημα συνεχίζεται...

Δεύτερο μέρος: 8-11-2023

Όταν είχαν αρχίσει να πέφτουν τα φύλλα από τα δέντρα στο πρώτο σκίρτημα του φθινοπώρου, άλλαζε όλο το τοπίο. Μαζί με αυτό και η διάθεση της Νεράιδας Σμιρύλης. Η απαλή ψυχή της με την καλοσύνη που είχε, λαχταρούσε να είναι χρήσιμη στους ανθρώπους. Τα σπίτια τους ήταν λίγο πιο μακριά από το δάσος και δεν πλησίαζαν και πολύ σε αυτό, γιατί άραγε; Σκεφτόταν λοιπόν, πως οι άνθρωποι ήταν πάντα δύσπιστοι σχετικά με την ύπαρξη αυτών των πλασμάτων, όπως η Σμιρύλη, αλλά και στα ξωτικά επίσης. Δεν πίστευαν όλοι πως υπήρχαν βλέπετε και όσοι πίστευαν έλεγαν πως είναι επικίνδυνες να τους πάρουν τη μιλιά, ή να τους κλέψουν κάτι δικό τους για να γελάσουν. Οι Νεράιδες επίσης μερικές φορές προσπαθούσαν να διασκεδάσουν και τότε εμφανίζονταν στους ανθρώπους μπροστά γελώντας και τραγουδώντας! Τους άρεσε να παίζουν κοντά στη λίμνη και να στροβιλίζονται χαρούμενες στον αέρα με μικρά πηδηματάκια ανάλαφρα. Όταν ήταν κοντά τους κάποιοι άνθρωποι τυχαία και δεν γνώριζαν για τις Νεράιδες, τρόμαζαν και έτρεχαν φοβισμένοι. Τότε εκείνες γελούσαν τόσο δυνατά, που τρόμαζαν περισσότερο τους ανθρώπους, δεν καταλάβαιναν πως διασκέδαζαν μόνο και δεν θα τους έκαναν κακό, τρόμαζαν και τα μικρά ζωάκια γύρω τους και τράνταζαν την φύση από τα γέλια. Το δάσος όμως ήταν πανέμορφο και οι άνθρωποι ήθελαν να έρχονται να απολαμβάνουν την ομορφιά του. Βέβαια, πρέπει να μάθουν πολλά οι άνθρωποι σκεφτόταν η Σμιρύλη, ας πούμε να αγαπούν περισσότερο τη Φύση... Αλλά αυτό είναι άλλο θέμα, χρειάζεται πολύ προσπάθεια σκεφτόταν. Το γέρικο δέντρο όπου την φιλοξενούσε στις ρίζες του όταν καθόταν κοντά του όπως είχαμε πει, ήξερε πολλά μυστικά. Όπως αυτή η τελευταία πληροφορία που της είπε ανάμεσα στο θρόισμα των φύλλων του σε αυτές τις αλλαγές της εποχής. "Οι άνθρωποι της είπε, βοηθούν τον εαυτό τους, όταν η ψυχή τους το θέλει αληθινά" . Την φύλαξε μέσα στην καρδιά της η Σμιρύλη προσεχτικά, μην μαρτυρήσει το δέντρο που γνωρίζει τόσα πολλά! Οι άνθρωποι αν αυτό μαθαινόταν με κάποιο τρόπο και γινόταν γνωστή η επικοινωνία αυτή, θα έλεγαν πως είναι ψέματα, θα κορόιδευαν και ποιος ξέρει τι άλλο; Οι φίλες της οι άλλες Νεράιδες ήταν απασχολημένες με άλλες εργασίες και δεν τους ενδιέφερε και τόσο να μαθαίνουν. Κεντούσαν όμορφους χιτώνες και μαντήλια για τα μικρά τους και για εκείνες, όταν ήταν σε καλή διάθεση άφηναν στις πόρτες των σπιτιών των ανθρώπων κάποιο μαντήλι, ειδικά αν είχαν αποκτήσει πρόσφατα ένα παιδάκι. Άν κάποιο είχε πυρετό, έστελναν την δική τους βοήθεια με τον τρόπο τους να κάνει καλά το παιδάκι. Ήξεραν πολλά οι Νεράιδες, πολλά μυστικά από τα παλιά χρόνια... Φυσικά βοηθούσαν κι αυτές τους ανθρώπους, όμως η Σμιρύλη αισθανόταν πως γεννήθηκε για αυτό τον σκοπό. Οι τρόποι που βοηθούσαν ήταν πολλοί. Θα μιλήσουμε σε άλλο απόσπασμα για αυτούς. Αυτό το βραδάκι πήγε πάλι στο αγαπημένο της δέντρο, το παράξενο θρόισμα που έστελνε η πνοή του αέρα την προετοίμαζε για κάτι άλλο, διαφορετικό. Κάθισε σκεφτική στις ρίζες του, στην αγαπημένη της θέση, εκεί μικρά ζωάκια πλησίαζαν κοντά της και εκείνη ήταν πολύ χαρούμενη και ευτυχισμένη αυτές τις στιγμές, όπως αυτή απόψε. Η νύχτα σιωπηλά συντρόφευε την Σμιρύλη και έστελνε τις μυρωδιές από το γύρω περιβάλλον με αγάπη και σεβασμό σε αυτή τη συνάντηση που απόψε ήταν πολύ σημαντική... βέβαια, συνεχίζεται το διήγημα..

.