ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Όσο πλησιάζουν οι στιγμές της αλλαγής του χρόνου , αυτές που ο περισσότερος κόσμος περιμένει, σκεφτόμουν πάντα πως ταυτόχρονα με την χαρά της προετοιμασίας, με αργά βήματα ακολουθεί και μια βουβή θλίψη για κάποιους. Σαν να συγκρούονται οι δυνάμεις των ψυχών, σαν να περνούν από την μια άκρη στην άλλη, βαδίζοντας σε ένα τεντωμένο σχοινί που οι προϋποθέσεις να κρατηθούν στη θέση τους, είναι οι μισές να το καταφέρουν και οι άλλες μισές να πέσουν ανώμαλα στο έδαφος…Σαν να συσσωρεύονται όλες οι ελπίδες όλων αυτών των ψυχών στο εσωτερικό τους. Στην προσπάθεια να βγει η φωνή της, ακούγεται ένας λυγμός, ίσως κάτι ανάμικτο με την συγκίνηση αυτών των στιγμών. Αναστενάζει η ψυχή, τι να ζητήσει; Τι να σκεφτεί μέσα σε ένα σώμα που ακόμα δεν έχει αντιληφθεί τα «θέλω» τα δικά της σωστά! Ζει με τους δικούς του, γήινους νόμους και περιμένει από τη ζωή, δικαίωση, χαρά, ευτυχία…
Η ψυχή κοντοστέκεται στην ανάμνηση αυτών των σκέψεων και προσπαθεί ως υπενθύμιση να χτυπήσει «ένα καμπανάκι» στο ανθρώπινο εγώ…Ο λυγμός που λέγαμε, ξανά ακούγεται πνιχτός, σαν να μην καταλαβαίνει τίποτα από αυτά που ζητά και λαχταρά η ψυχή…Κι όμως, λίγες στιγμές να την αφουγκραστεί έφταναν για να χαρεί αληθινά, της έφτανε λίγος χρόνος, λίγα λεπτά. Εκείνη, (η ψυχή) δεν έχει ανάγκη από όλα αυτά που συμβαίνουν, που απασχολούν το υλικό σώμα, την προσωπικότητα αυτή που είναι ενωμένη μαζί της, εκείνη θέλει μόνο το Φως! Αυτό που ζητά κι ο άνθρωπος, αλλά δεν γνωρίζει που θα το αναζητήσει, από ποιο μονοπάτι πρέπει να περάσει για να το βρει, θα περάσει πολλά για να συναντήσει επιτέλους αυτή την πηγή που αναβλύζει αυτό το καθάριο νερό, αυτό που λαχταρά να πιει…
Ο χρόνος πλησιάζει στο τέλος του, βαριά τα βήματά του, είναι και ηλικιωμένος, δύσκολο να περπατήσει πιο γρήγορα, φτάνει στην πόρτα και γυρίζει να κοιτάξει μια τελευταία στιγμή την ψυχή…Δεν είσαι ικανοποιημένη της λέει με νόημα, αλλά έκανα ότι μπορούσα. Η ψυχή τότε σηκώνεται χορευτικά στις μύτες των ποδιών της, σαν μια μπαλαρίνα στη σκηνή την ώρα που τελειώνει ο χορός της. Σκύβει θεατρικά προς το μέρος του με μια υπόκλιση, την τελευταία, αυτήν που κάνει για να τιμήσει το κοινό της. Αποχαιρετώντας τον ηλικιωμένο κύριο, τον γέρο χρόνο που κουράστηκε πια να περπατά. Ακόμα και φθάνοντας στην πόρτα έχει ήδη αποκάμει…Σε ευχαριστώ πολύ, Σε ευγνωμονώ για ότι έμαθα από σένα, από το ταξίδι της ζωής, μαζί. Γνωρίζω πως δεν θα ξανασυναντηθούμε, αλλά μου έδωσες τόσα πολλά! Δεν θέλω να λυπάσαι που φεύγεις, αλλά να σκέφτεσαι πόσα δώρα άφησες πίσω σου, ακόμα κι αυτά που είναι πικρά, ακόμα κι αυτή η θλίψη που με κυνηγά τόση ώρα σαν μια σκιά που κρύβεται από το Φως, ακόμα κι αυτή θα καταλάβει με τον καιρό, πως δεν γινόταν διαφορετικά. Θα δεχτεί ο κάθε άνθρωπος ότι έπρεπε να δεχτεί και να αλλάξει ότι έπρεπε να αλλάξει… Εγώ, και πάλι σε ευχαριστώ γιατί έκανα πολλά βήματα μαζί σου, καινούργια βήματα και ας μην καταλαβαίνει ο άνθρωπος τι μου πρόσφερες…
Εξ΄ άλλου, οι άνθρωποι, πόσο λίγο καταλαβαίνουν… Ο γέρο Χρόνος χαμογελώντας κούνησε το χέρι του στην ψυχή, ο τελευταίος αποχαιρετισμός μαζί με ένα δάκρυ συνόδευε το χαμόγελο που περιέργως έλαμπε στο πρόσωπό του.
Να ξέρεις Ψυχή, ο επόμενος χρόνος θα είναι κι αυτός γεμάτος δώρα, αν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι ή όχι, δεν έχει σημασία, ο σκοπός είναι να παίρνουν αυτά τα Δώρα. Ο σκοπός είναι να χαμογελάς όπως τώρα, αλλά και όλες οι Ψυχές των ανθρώπων, μέσα τους γνωρίζουν κι ας μην καταλαβαίνουν πάντα οι άνθρωποι.
Εικόνα: Art Station