Η ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΤΩΡΑ

Ένας Ήλιος στάθηκε δίπλα μου το πρωί, την ώρα που κοιτούσα στο ημερολόγιο, κίνηση καθημερινή, μια ματιά πάντα στην ημερομηνία, έτσι κι αυτή την ημέρα σήμερα. Ξαφνικά η ατμόσφαιρα άλλαξε, σαν σε μια ομίχλη που παρουσιάστηκε να φάνηκε να ανοίγει ένα πέρασμα στο χθες...Έμοιαζε σαν μια ελεημοσύνη του " τώρα" καθώς αισθάνθηκα πως μου μίλησε, όχι με λόγια, αλλά με εικόνες που με πήγαιναν σε άλλους καιρούς, περασμένους αλλά όχι ξεχασμένους.
"Μπροστά στα έκπληκτα και νυσταγμένα ακόμα μάτια μου στάθηκες γελαστή, χαρούμενη, σαν την ηλιαχτίδα που μπήκε αυθόρμητα στο χώρο. Έβαλες τα χέρια στη μέση, όπως το συνήθιζες όταν είχες κάτι να ανακοινώσεις! Κάτι που θεωρούσες σημαντικό και φυσικά δεν έπαιρνε συζήτηση το θέμα! Έπρεπε να σε ακούσουν οι άλλοι, όποιοι ήταν παρόντες σε αυτή την ανακοίνωση! Σαν το μικρό παιδί που έτρεχε αναψοκοκκινισμένο από το παιχνίδι και χαρούμενο, απολαμβάνοντας την στιγμή.
"Ξέρεις; Δεν σου είπα ποτέ πως ήσουν ένα παιδί, δεν το σκέφτηκα βλέπεις, τώρα που "απουσιάζεις το κατάλαβα πολύ καλά. Κάτι τέτοιες στιγμές της ζωής που ανοίγουν τα περάσματά της στο χρόνο, οι ώρες, τα λεπτά, οι ημερομηνίες, το σκέφτομαι. Ήσουν πάντα ένα μικρό παιδί, κι ας έφτασες κάποτε μετά από πολλά χρόνια στο σημείο να μην μιλάς πια, να μην περπατάς, να μην έχεις άποψη για τίποτα. Εσύ, η τόσο ζωηρή ψυχή, η γελαστή και αυθόρμητη μέχρι παρεξηγήσεως! Δεν ξέρω αν σου είπα ποτέ πως σε θαύμαζα για αυτό...Ο χρόνος λιγοστός τελικά και οι άνθρωποι δεν είμαστε για πάντα μαζί..
" Μόνο που δεν το καταλαβαίνουμε όσο είμαστε "εδώ". Όσο είμαστε μαζί, μοιάζει σαν να είναι δεδομένο πως θα είναι έτσι για πάντα, όμως, δεν υπάρχει αυτό το "για πάντα". Ακόμα και όταν έχανες τον εαυτό σου, όταν ο αυθόρμητος χαρακτήρας που μιλούσε ζωηρά έπαψε να μιλά, έπαυε σιγά-σιγά να επικοινωνεί και μετά να υπάρχει...Μόνο η Γνώση έμενε, αυτή η γνώση που αφήνει η τρομερή αυτή ασθένεια της άνοιας, μοιάζει να κατατρώει σιγά-σιγά τον άνθρωπο, κομμάτι- κομμάτι σαν μια σκιά που απλώνεται γύρω από αυτό τον άνθρωπο που πάσχει και μαζί με αυτόν και τους άλλους, τους διδάσκει μαθήματα που δεν θα έπαιρναν με άλλο τρόπο ίσως, αλλά με τον άνθρωπό τους να φεύγει και να απομακρύνεται λίγο-λίγο, να τον αποχαιρετούν χωρίς να συνειδητοποιούν πως τελειώνει σε λίγο.
-Ξύπνησες λοιπόν! Τι μέρα έχουμε σήμερα; Η τόσο γνώριμη φωνή με ταρακούνησε, με ξεσήκωσε.
-Σήμερα; 4 Ιανουαρίου...Αχ έχεις δίκιο! Είναι τα γενέθλιά σου! Χρόνια πολλά να σε χαίρομαι, να σε χαιρόμαστε!
Ένα γλυκό φιλί και μια αγκαλιά, ζεστή αγκαλιά...πετάχτηκα με λαχτάρα!
-Που είσαι με ακούς; Αλήθεια με ακούς; Η ατμόσφαιρα γύρω μου μοιάζει πάλι να αλλάζει...
Κοίταξα ξανά το ημερολόγιο, τότε έμοιαζε να φεύγει η ομίχλη και η φωνή αυτή απομακρυνόταν από μένα, χανόταν στο βάθος του δωματίου. Που πήγες;
Μα είναι τα γενέθλιά σου και μου λείπεις τόσο πολύ...
Στην Μανούλα.